Διαταραχές Άγχους & Διαταραχή Πανικού
Με βάση το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM-5), οι Διαταραχές Άγχους (ανάμεσα σε αυτές ανήκει και η Διαταραχή Πανικού) χαρακτηρίζονται από υπερβολικό ή/και ιδιαίτερα συχνό άγχος, το οποίο επηρεάζει τη λειτουργικότητα του ατόμου ή του προκαλεί υπερβολική δυσφορία.
Το άγχος προκύπτει από την ανησυχία του ατόμου σχετικά με ένα ζήτημα που πιθανολογεί ή γνωρίζει ότι θα εμφανιστεί και το κατά πόσο θα είναι σε θέση να το διαχειριστεί αποτελεσματικά. Στις Διαταραχές Άγχους σημαντικός παράγοντας αποτελεί επίσης το αίσθημα του φόβου που κατακλύζει τα άτομα, η πρώτη αυτή αντίδραση δηλαδή που μας δημιουργείται όταν νιώθουμε απειλή.
Η Διαταραχή Πανικού ανήκει στην κατηγορία των Διαταραχών Άγχους
Η διάγνωση της διαταραχής πανικού γίνεται όταν ένα άτομο βιώνει επαναλαμβανόμενες και απροσδόκητες κρίσεις πανικού. Επίσης, απαραίτητο κριτήριο αποτελεί τουλάχιστον μια κρίση πανικού να ακολουθείται για 1 μήνα (ή περισσότερο) από ένα ή και από τα δύο ακόλουθα:
1) Έντονη και επίμονη ανησυχία του ατόμου για νέες κρίσεις πανικού ή για τις επιπτώσεις τους (π.χ. καρδιακό ή εγκεφαλικό επεισόδιο, φόβος ότι θα χάσει τον έλεγχο ή θα τρελαθεί).
2) Σημαντική αλλαγή στη συμπεριφορά που σχετίζεται με τις κρίσεις πανικού, όπως η αποφυγή συγκεκριμένων δραστηριοτήτων ή καταστάσεων, με στόχο να αποφευχθεί μια ενδεχόμενη κρίση πανικού.
Τέλος, η διάγνωση θα πρέπει να λάβει υπόψη το αν οι κρίσεις πανικού προήλθαν λόγω χρήσης ουσιών ή αν η αιτία τους επεξηγείται καλύτερα από την ύπαρξη μιας διαφορετικής ψυχικής ή/και σωματικής διαταραχής.
Ποια είναι τα συμπτώματα μιας κρίσης πανικού;
Σύμφωνα με το DSM-5, μια κρίση πανικού θα πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τέσσερα (4) από τα επακόλουθα συμπτώματα:
- Τρέμουλο
- Πόνος στο στήθος
- Αίσθηση μη πραγματικού (αποπραγματοποίηση)
- Απόσπαση από τον εαυτό/σώμα του/της (αποπροσωποποίηση)
- Αύξηση καρδιακού παλμού – Ταχυκαρδία
- Εφίδρωση
- Αίσθημα πνιγμού
- Λαχάνιασμα – Δύσπνοια
- Ίλιγγος, ζαλάδα ή τάση για λιποθυμία
- Ναυτία ή στομαχόπονο
- Ρίγη ή εξάψεις
- Μούδιασμα ή μυρμήγκιασμα
- Φόβος απώλειας ελέγχου ή επερχόμενης τρέλας
- Φόβος επερχόμενου θανάτου
Θεραπεία Διαταραχής Πανικού – Γνωστική Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία (CBT)
Η θεραπεία της Διαταραχής Πανικού διαρκεί τόσο ώστε να παρουσιαστεί σημαντική μείωση στη συχνότητα των επεισοδίων πανικού που εμφανίζονται στη Διαταραχή Πανικού. Η θεραπεία μπορεί να είναι ψυχοθεραπευτική ή φαρμακευτική (αλλά και συνδυαστικά).
Αποτελεσματική ψυχοθεραπευτική μέθοδος αποτελεί η Γνωστική Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία. Στο μοντέλο της για τη Διαταραχή Πανικού θέτονται ως ζητήματα η αξιολόγηση του πραγματικού κινδύνου, η παρερμηνεία των σωματικών συμπτωμάτων και η διαδικασία των αυτόματων σκέψεων μέσω των οποίων το άτομο βιώνει ένα επεισόδιο πανικού. Επομένως, πρωταρχικός στόχος της ΓΣΨ είναι η αναγνώριση των παραπάνω και η σταδιακή τροποποίησή τους1.
Η τεχνική της έκθεσης είναι η πιο αποτελεσματική μέθοδος που χρησιμοποιείται στη Γνωστική Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία για την καταπολέμηση της Διαταραχής Πανικού.
Το άτομο με την κατάλληλη καθοδήγηση από το θεραπευτή εκτίθεται επίτηδες και αυτοβούλως στις σωματικές αισθήσεις που σχετίζονται με τον πανικό (στα σωματικά δηλαδή συμπτώματα που αναφέρονται παραπάνω). Αυτό ονομάζεται θεραπεία μέσω του ελέγχου του πανικού (Craske & Barlow, 2001) και επιχειρεί να κατευνάσει τις υπερβολικές αντιδράσεις των ατόμων στις σωματικές τους αισθήσεις.
Με την εξάσκηση και την επανάληψη, το άτομο μαθαίνει να αναγνωρίζει τα σωματικά συμπτώματα που βιώνει, να τα διαχειρίζεται και να μην τα θεωρεί πλέον ικανά να του στερήσουν τον έλεγχο. Με άλλα λόγια, δημιουργείται ένα περιβάλλον ασφαλέστερο, όπου τα σωματικά συμπτώματα σταδιακά γίνονται όλο και πιο προβλέψιμα και ταυτόχρονα λιγότερο τρομακτικά για το άτομο (Craske, Maidenberg, & Bystritsky, 2001).
1Beck (1988), Clark (1986)
References
American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and statistical manual of mental disorders (5th ed.). https://doi.org/10.1176/appi.books.9780890425596
Beck, A. T. (1988). Cognitive approaches to panic disorder: Theory and therapy. In S. Rachman & J. D. Maser (Eds.), Panic: Psychological perspectives (pp. 91-109). Hillsdale, NJ, US: Lawrence Erlbaum Associates, Inc.
Clark, D. M. (1986). A cognitive approach to panic. Behaviour Research and Therapy, 24(4), 461-470. doi:10.1016/0005-7967(86)90011-2
Craske, M., Maidenberg, E. and Bystritsky, A. (1995). Brief cognitive-behavioral versus nondirective therapy for panic disorder. Journal of Behavior Therapy and Experimental Psychiatry, 26(2), pp.113-120.
Craske, M. G., & Barlow, D. H. (2001). Panic disorder and agoraphobia. In D. H. Barlow (Ed.), Clinical handbook of psychological disorders (pp. 1-59). New York: Guilford.
Torpy, J. M., Burke, A. E., & Golub, R. M. (2011). Panic Disorder. JAMA. 305(12):1256. doi:10.1001/jama.305.12.1256